Γιάννης Ψυχάρης
Ο Γιάννης Ψυχάρης του Νικολάου ήταν Έλληνας φιλόλογος και λογοτέχνης, συγγραφέας, καθηγητής της Ελληνικής γλώσσας στο Παρίσι, γνωστός για το ρόλο του στο κίνημα του δημοτικισμού και τον αγώνα του για την καθιέρωση της δημοτικής σε επίσημη γλώσσα του ελληνικού κράτους.
Γεννήθηκε στην Οδησσό της Ρωσίας (σημ. Ουκρανίας) στις 15 Μαΐου του 1854. Γιος του Νικολάου Ψυχάρη εκ Χίου, μεγάλωσε στην Κωνσταντινούπολη και ολοκληρώνοντας την εγκύκλια μόρφωση σε ηλικία 15 ετών έφυγε για τη Μασσαλία, (Γαλλία), όπου και έμεινε κοντά στο θείο του ολοκληρώνοντας τη γυμνασιακή του μόρφωση. Σπούδασε φιλοσοφία, φιλολογία και γλωσσολογία, Αρχαία Λατινική και Γαλλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης στο Παρίσι και στη Γερμανία γερμανική φιλολογία, καθώς και μεσαιωνική και νεοελληνική φιλολογία στο πανεπιστήμιο της Βόννης στην Γερμανία (1871-1872). Το 1884 έγινε υφηγητής της Μεσαιωνικής και Νεοελληνικής Φιλολογίας στην Πρακτική Σχολή Ανωτέρων Σπουδών του Παρισιού. Το 1886 περιόδευσε στην Ελλάδα και την Ανατολή, και το 1904 διορίστηκε καθηγητής της Γλωσσολογίας στην Σχολή των Ανατολικών Γλωσσών διαδεχόμενος τον Εμίλ Λεγκράν. Το 1925 πραγματοποίησε διαλέξεις για την Ελληνική Γλώσσα στην Αθήνα, στην Κρήτη, στην Μυτιλήνη κ.α. Επανερχόμενος στο Παρίσι έγινε καθηγητής της έδρας τηςνεοελληνικής γλώσσας στη Σχολή Ανώτερων Σπουδών. Το 1904 διαδέχθηκε τον καθηγητή του Εμίλ Λεγκράν στη Διεύθυνση της Σχολής Ανατολικών Γλωσσών όπου και δίδασκε μέχρι το θάνατό του. Είχε πολλά δημόσια αξιώματα όπως Πρόξενος της Τουρκίας στο Παλέρμο της Ιταλίας.
Πέθανε το 1929 ύστερα από μακροχρόνια ασθένεια.
Ο Γιάννης Ψυχάρης του Νικολάου ήταν Έλληνας φιλόλογος και λογοτέχνης, συγγραφέας, καθηγητής της Ελληνικής γλώσσας στο Παρίσι, γνωστός για το ρόλο του στο κίνημα του δημοτικισμού και τον αγώνα του για την καθιέρωση της δημοτικής σε επίσημη γλώσσα του ελληνικού κράτους.
Γεννήθηκε στην Οδησσό της Ρωσίας (σημ. Ουκρανίας) στις 15 Μαΐου του 1854. Γιος του Νικολάου Ψυχάρη εκ Χίου, μεγάλωσε στην Κωνσταντινούπολη και ολοκληρώνοντας την εγκύκλια μόρφωση σε ηλικία 15 ετών έφυγε για τη Μασσαλία, (Γαλλία), όπου και έμεινε κοντά στο θείο του ολοκληρώνοντας τη γυμνασιακή του μόρφωση. Σπούδασε φιλοσοφία, φιλολογία και γλωσσολογία, Αρχαία Λατινική και Γαλλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης στο Παρίσι και στη Γερμανία γερμανική φιλολογία, καθώς και μεσαιωνική και νεοελληνική φιλολογία στο πανεπιστήμιο της Βόννης στην Γερμανία (1871-1872). Το 1884 έγινε υφηγητής της Μεσαιωνικής και Νεοελληνικής Φιλολογίας στην Πρακτική Σχολή Ανωτέρων Σπουδών του Παρισιού. Το 1886 περιόδευσε στην Ελλάδα και την Ανατολή, και το 1904 διορίστηκε καθηγητής της Γλωσσολογίας στην Σχολή των Ανατολικών Γλωσσών διαδεχόμενος τον Εμίλ Λεγκράν. Το 1925 πραγματοποίησε διαλέξεις για την Ελληνική Γλώσσα στην Αθήνα, στην Κρήτη, στην Μυτιλήνη κ.α. Επανερχόμενος στο Παρίσι έγινε καθηγητής της έδρας τηςνεοελληνικής γλώσσας στη Σχολή Ανώτερων Σπουδών. Το 1904 διαδέχθηκε τον καθηγητή του Εμίλ Λεγκράν στη Διεύθυνση της Σχολής Ανατολικών Γλωσσών όπου και δίδασκε μέχρι το θάνατό του. Είχε πολλά δημόσια αξιώματα όπως Πρόξενος της Τουρκίας στο Παλέρμο της Ιταλίας.
Πέθανε το 1929 ύστερα από μακροχρόνια ασθένεια.