Οδυσσέας Ελύτης
Ο Οδυσσέας Ελύτης (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Οδυσσέα Αλεπουδέλη) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, μέλος της λογοτεχνικής γενιάς του ΄30. Γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης το 1911, γιος του εργοστασιάρχη Παναγιώτη Θ. Αλεπουδέλη και της Μαρίας το γένος Βρανά. Είχε τέσσερις αδερφούς και μια αδερφή.
Οι γονείς του, που κατάγονταν από τη Μυτιλήνη εγκαταστάθηκαν το 1914 στον Πειραιά, όπου ο πατέρας του μετέφερε τα εργοστάσια σαπωνοποιΐας και ελαιουργίας, που είχε στην Κρήτη. Στον Πειραιά ο Ελύτης έκανε τις εγκύκλιες σπουδές του και, έπειτα, φοίτησε στη Νομική Σχολή Αθηνών, αλλά εγκατέλειψε τις πανεπιστημιακές σπουδές του το 1936 για να καταταγεί στο στρατό. Από το 1927 ξεκίνησε το εντεινόμενο ενδιαφέρον του για τη λογοτεχνία. Το 1929 θεωρείται ως ορόσημο στη ζωή του Ελύτη. Τότε ήρθε σε επαφή με τον Υπερρεαλισμό, μέσω της ποίησης του Λόρκα και του Ελυάρ και έγραψε τα πρώτα του ποιήματα. Η πρώτη επίσημη εμφάνιση του Οδυσσέα Ελύτη στο χώρο της λογοτεχνίας πραγματοποιήθηκε το 1939 με την έκδοση της πρώτης ποιητικής συλλογής του με τίτλο Προσανατολισμοί. Στον Πόλεμο του ΄40 πολέμησε στο αλβανικό μέτωπο. Επίσης διορίστηκε διευθυντής προγράμματος στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας (1945-46 και 1953) και ταξίδεψε σε διάφορες χώρες. Συνεργάστηκε με διάφορα περιοδικά, όπως τα Νέα Γράμματα, η Αγγλοελληνική Επιθεώρηση. Το 1975 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το 1979 έγινε διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Ακόμη το 1979 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ασχολήθηκε επίσης σοβαρά με τη ζωγραφική, το σχέδιο και την εικονιστική σύνθεση. Πέθανε στην Αθήνα το 1996.
Κάποια χαρακτηριστικά του έργου του: Ο ποιητής αντλεί την έμπνευσή του από τον ελληνικό ήλιο και τη θάλασσα, τα οποία αποτελούν στοιχεία που κυριαρχούν στα παιδικά του χρόνια, καθώς περνούσε τα καλοκαίρια του σε νησιά του Αιγαίου. Έτσι στην ποίησή του κυριαρχεί ο ελληνικός ήλιος και το αιγαιοπελαγίτικο τοπίο, μέσα σε μία ατμόσφαιρα λυρισμού και νεανικής αισιοδοξίας. Μετά τον πόλεμο του 1940 ο ποιητής αντλεί τα θέματά του από τα πάθη και τους αγώνες του Ελληνισμού. Όσον αφορά την τεχνοτροπία, ο ποιητής ακολουθεί το κίνημα του υπερρεαλισμού, ενώ τα έργα του διακρίνονται για τις πλούσιες και ζωντανές εικόνες, καθώς και για τις εντυπωσιακές, συναισθηματικά φορτισμένες λέξεις που χρησιμοποιεί ο ποιητής.
Απόσπασμα από το έργο του:
Της αγάπης αίματα με πορφύρωσαν
και χαρές ανείδωτες με σκιάσανε
οξειδώθηκα μες στη νοτιά των ανθρώπων
μακρινή μητέρα ρόδο μου αμάραντο
Στ’ ανοιχτά του πελάγου με καρτέρεσαν
Με μπομπάρδες τρικάταρτες και μου ρίξανε
αμαρτία μου να `χα κι εγώ μιαν αγάπη
μακρινή μητέρα ρόδο μου αμάραντο
Τον Ιούλιο κάποτε μισανοίξανε
τα μεγάλα μάτια της μες στα σπλάχνα μου
την παρθένα ζωή μια στιγμή να φωτίσουν
μακρινή μητέρα ρόδο μου αμάραντο
Το Άξιον εστί, Ελύτης
Κάποια Έργα του: Ο Ήλιος ο Ηλιάτορας, Τα ρω του έρωτα , Άσμα ηρωϊκό και πένθιμο για το χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας
Ο Οδυσσέας Ελύτης (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Οδυσσέα Αλεπουδέλη) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, μέλος της λογοτεχνικής γενιάς του ΄30. Γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης το 1911, γιος του εργοστασιάρχη Παναγιώτη Θ. Αλεπουδέλη και της Μαρίας το γένος Βρανά. Είχε τέσσερις αδερφούς και μια αδερφή.
Οι γονείς του, που κατάγονταν από τη Μυτιλήνη εγκαταστάθηκαν το 1914 στον Πειραιά, όπου ο πατέρας του μετέφερε τα εργοστάσια σαπωνοποιΐας και ελαιουργίας, που είχε στην Κρήτη. Στον Πειραιά ο Ελύτης έκανε τις εγκύκλιες σπουδές του και, έπειτα, φοίτησε στη Νομική Σχολή Αθηνών, αλλά εγκατέλειψε τις πανεπιστημιακές σπουδές του το 1936 για να καταταγεί στο στρατό. Από το 1927 ξεκίνησε το εντεινόμενο ενδιαφέρον του για τη λογοτεχνία. Το 1929 θεωρείται ως ορόσημο στη ζωή του Ελύτη. Τότε ήρθε σε επαφή με τον Υπερρεαλισμό, μέσω της ποίησης του Λόρκα και του Ελυάρ και έγραψε τα πρώτα του ποιήματα. Η πρώτη επίσημη εμφάνιση του Οδυσσέα Ελύτη στο χώρο της λογοτεχνίας πραγματοποιήθηκε το 1939 με την έκδοση της πρώτης ποιητικής συλλογής του με τίτλο Προσανατολισμοί. Στον Πόλεμο του ΄40 πολέμησε στο αλβανικό μέτωπο. Επίσης διορίστηκε διευθυντής προγράμματος στο Εθνικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας (1945-46 και 1953) και ταξίδεψε σε διάφορες χώρες. Συνεργάστηκε με διάφορα περιοδικά, όπως τα Νέα Γράμματα, η Αγγλοελληνική Επιθεώρηση. Το 1975 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και το 1979 έγινε διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Ακόμη το 1979 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ασχολήθηκε επίσης σοβαρά με τη ζωγραφική, το σχέδιο και την εικονιστική σύνθεση. Πέθανε στην Αθήνα το 1996.
Κάποια χαρακτηριστικά του έργου του: Ο ποιητής αντλεί την έμπνευσή του από τον ελληνικό ήλιο και τη θάλασσα, τα οποία αποτελούν στοιχεία που κυριαρχούν στα παιδικά του χρόνια, καθώς περνούσε τα καλοκαίρια του σε νησιά του Αιγαίου. Έτσι στην ποίησή του κυριαρχεί ο ελληνικός ήλιος και το αιγαιοπελαγίτικο τοπίο, μέσα σε μία ατμόσφαιρα λυρισμού και νεανικής αισιοδοξίας. Μετά τον πόλεμο του 1940 ο ποιητής αντλεί τα θέματά του από τα πάθη και τους αγώνες του Ελληνισμού. Όσον αφορά την τεχνοτροπία, ο ποιητής ακολουθεί το κίνημα του υπερρεαλισμού, ενώ τα έργα του διακρίνονται για τις πλούσιες και ζωντανές εικόνες, καθώς και για τις εντυπωσιακές, συναισθηματικά φορτισμένες λέξεις που χρησιμοποιεί ο ποιητής.
Απόσπασμα από το έργο του:
Της αγάπης αίματα με πορφύρωσαν
και χαρές ανείδωτες με σκιάσανε
οξειδώθηκα μες στη νοτιά των ανθρώπων
μακρινή μητέρα ρόδο μου αμάραντο
Στ’ ανοιχτά του πελάγου με καρτέρεσαν
Με μπομπάρδες τρικάταρτες και μου ρίξανε
αμαρτία μου να `χα κι εγώ μιαν αγάπη
μακρινή μητέρα ρόδο μου αμάραντο
Τον Ιούλιο κάποτε μισανοίξανε
τα μεγάλα μάτια της μες στα σπλάχνα μου
την παρθένα ζωή μια στιγμή να φωτίσουν
μακρινή μητέρα ρόδο μου αμάραντο
Το Άξιον εστί, Ελύτης
Κάποια Έργα του: Ο Ήλιος ο Ηλιάτορας, Τα ρω του έρωτα , Άσμα ηρωϊκό και πένθιμο για το χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας