Γεώργιος Σουρής
Ο Γεώργιος Σουρής ήταν ένας από τους σπουδαιότερους σατιρικούς ποιητές της νεότερης Ελλάδας, έχοντας χαρακτηριστεί ως «σύγχρονος Αριστοφάνης». Γεννήθηκε το 1852 στη Σύρο και καταγόταν από από τα Κύθηρα(πατέρας) και από τη Χίο(μητέρα). Η οικογένειά του φιλοδοξούσε να σπουδάσει θεολογία, οι οικονομικές συνθήκες ζωής τους όμως δεν το επέτρεψαν. Παρακολούθησε εγκύκλια μαθήματα στη γενέτειρά του και μαθήματα γυμνασίου στην Αθήνα ως το 1870, οπότε τέλειωσε το σχολείο και έφυγε για τρεις μήνες στο Ταγκαρόγκ της Ρωσίας για να εργαστεί ως υπάλληλος σιτεμπόρου. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα στράφηκε προς το χώρο του θεάτρου, συμμετέχοντας σε παραστάσεις ερασιτεχνικών θιάσων (σε ηλικία 15 χρόνων είχε συμμετάσχει σε μια παράσταση τραγωδίας στο θέατρο Ηρώδου του Αττικού). Η ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία ξεκίνησε γύρω στο 1872, όταν δημοσίευσε ποιήματα στο περιοδικό Φως. Ακολούθησε το 1873 η έκδοση της ποιητικής συλλογής Συλλογή Λυρικών Ασμάτων και της κωμωδίας Από γαμβρός παράνυμφος, ενώ σταθμός στην πορεία του υπήρξε η έκδοση της σατιρικής ποιητικής συλλογής του Τα τραγούδια μου, που τιμήθηκε με έπαινο στο Βουτσιναίο διαγωνισμό το 1876. Το 1879 ξεκίνησε μαθήματα στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας, χωρίς όμως να αποφοιτήσει, ενώ παράλληλα αρθρογραφούσε σε περιοδικά και εφημερίδες (Αριστοφάνης, Ραμπαγάς, Αρχίλοχος). Το 1881 παντρεύτηκε τη Μαρία Κωνσταντινίδου. Το σπίτι τους στην οδό Πινακωτών 15 (σημερινή Χαρ.Τρικούπη) υπήρξε ένα από τα γνωστότερα αθηναϊκά φιλολογικά σαλόνια. Συνέχισε να δημοσιεύει και να εκδίδει ποιήματα ως το 1902, από τα οποία αξίζει να αναφερθούν οι σατιρικές συνθέσεις του Φασουλής φιλόσοφος και Δον Ζουάν. Το πιο γνωστό έργο του Σουρή ωστόσο είναι η έκδοση του έμμετρου εβδομαδιαίου σατιρικού περιοδικού Ο Ρωμηός, που κυκλοφόρησε από το 1883 μέχρι τις 17 Νοεμβρίου του 1918. Στο Ρωμηό έγραφε σχεδόν αποκλειστικά μόνο ο Σουρής (μόνο κάποια άρθρα του Δημητρίου Κόκκου στα πρώτα φύλλα). Η σάτιρα των άρθρων του στρεφόταν κατά πάντων, ακόμη και ισχυρών κοινωνικών και πολιτικών παραγόντων. Ενδεικτική είναι η δίωξη που υπέστη ο Σουρής το 1897 με αφορμή σατιρικούς του προσώπου της βασίλισσας Όλγας στίχους του. Το 1886 παρασημοφορήθηκε από τον Χαρίλαο Τρικούπη και το 1906 προτάθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων για το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας. Το 1915 τιμήθηκε με το βασιλικό μετάλλιο των Γραμμάτων και των Τεχνών. Παράλληλα έγραφε έμμετρα θεατρικά έργα, κάποια από τα οποία (π.χ η Χειραφέτησις, η Περιφέρεια…) παραστάθηκαν με επιτυχία και πραγματοποίησε μια έμμετρη μετάφραση της κωμωδίας του Αριστοφάνη Νεφέλαι, η οποία ανέβηκε στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών και στην Αίγυπτο με δική του σκηνοθεσία. Στο τεράστιο σε όγκο έργο του περιλαμβάνονται επίσης άρθρα και δημοσιεύματα στα Ημερολόγια του Ρωμηού. Ο Γεώργιος Σουρής υπήρξε πολύ δημοφιλής στο πλατύ κοινό, λόγω του ευφυούς ευθυμογραφικού περιεχομένου των κειμένων του και της γλώσσας του, που είναι μείγμα δημοτικής με τύπους της καθαρεύουσας. Η κριτική, σύγχρονή του και μεταγενέστερη διχάστηκε σε αμφισβητίες (όπως οι Παλαμάς και Ψυχάρης) και υποστηρικτές του (όπως ο Ξενόπουλος και ο Μάρκος Αυγέρης).
Κάποια χαρακτηριστικά του έργου του: Το έργο του χαρακτηρίζεται από την ποιητική του γονιμότητα και την πληθώρα των στίχων του. Γράφει πάντα καλοπροαίρετα σχολιάζοντας το λαό, τους άρχοντες, τους Βασιλείς, χωρίς ωστόσο να βρίζει. Συχνά αυτοσαρκάζεται και έξοχο δείγμα αυτοσαρκασμού είναι το ποίημα «Η Ζωγραφιά μου». Η γλώσσα του είναι μικτή. Χρησιμοποιεί πολύ τη δημοτική, αλλά συχνά στα ποιήματά του υπάρχουν αρκετές λόγιες λέξεις και φράσεις, για λόγους είτε μετρικούς είτε σατιρικούς.
Απόσπασμα από το έργο του:
Κακά νομίζω τα καλά
και βλέπω μια στα χαμηλά
και μια κοιτώ απάνω...
Σ' αυτόν τον κόσμο τον χαζό
ας ημπορούσα να μη ζω,
μα... δίχως ν' αποθάνω
Δεν έχω κέφι για δουλειά,
πάλι με δέρνει τεμπελιά
και κάθομαι στο στρώμα...
βρίσκω το σώμα μου βαρύ
και όλ' η γη δε με χωρεί
κι ο ουρανός ακόμα.
Τεμπελιά, Σουρής
Ο Γεώργιος Σουρής ήταν ένας από τους σπουδαιότερους σατιρικούς ποιητές της νεότερης Ελλάδας, έχοντας χαρακτηριστεί ως «σύγχρονος Αριστοφάνης». Γεννήθηκε το 1852 στη Σύρο και καταγόταν από από τα Κύθηρα(πατέρας) και από τη Χίο(μητέρα). Η οικογένειά του φιλοδοξούσε να σπουδάσει θεολογία, οι οικονομικές συνθήκες ζωής τους όμως δεν το επέτρεψαν. Παρακολούθησε εγκύκλια μαθήματα στη γενέτειρά του και μαθήματα γυμνασίου στην Αθήνα ως το 1870, οπότε τέλειωσε το σχολείο και έφυγε για τρεις μήνες στο Ταγκαρόγκ της Ρωσίας για να εργαστεί ως υπάλληλος σιτεμπόρου. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα στράφηκε προς το χώρο του θεάτρου, συμμετέχοντας σε παραστάσεις ερασιτεχνικών θιάσων (σε ηλικία 15 χρόνων είχε συμμετάσχει σε μια παράσταση τραγωδίας στο θέατρο Ηρώδου του Αττικού). Η ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία ξεκίνησε γύρω στο 1872, όταν δημοσίευσε ποιήματα στο περιοδικό Φως. Ακολούθησε το 1873 η έκδοση της ποιητικής συλλογής Συλλογή Λυρικών Ασμάτων και της κωμωδίας Από γαμβρός παράνυμφος, ενώ σταθμός στην πορεία του υπήρξε η έκδοση της σατιρικής ποιητικής συλλογής του Τα τραγούδια μου, που τιμήθηκε με έπαινο στο Βουτσιναίο διαγωνισμό το 1876. Το 1879 ξεκίνησε μαθήματα στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας, χωρίς όμως να αποφοιτήσει, ενώ παράλληλα αρθρογραφούσε σε περιοδικά και εφημερίδες (Αριστοφάνης, Ραμπαγάς, Αρχίλοχος). Το 1881 παντρεύτηκε τη Μαρία Κωνσταντινίδου. Το σπίτι τους στην οδό Πινακωτών 15 (σημερινή Χαρ.Τρικούπη) υπήρξε ένα από τα γνωστότερα αθηναϊκά φιλολογικά σαλόνια. Συνέχισε να δημοσιεύει και να εκδίδει ποιήματα ως το 1902, από τα οποία αξίζει να αναφερθούν οι σατιρικές συνθέσεις του Φασουλής φιλόσοφος και Δον Ζουάν. Το πιο γνωστό έργο του Σουρή ωστόσο είναι η έκδοση του έμμετρου εβδομαδιαίου σατιρικού περιοδικού Ο Ρωμηός, που κυκλοφόρησε από το 1883 μέχρι τις 17 Νοεμβρίου του 1918. Στο Ρωμηό έγραφε σχεδόν αποκλειστικά μόνο ο Σουρής (μόνο κάποια άρθρα του Δημητρίου Κόκκου στα πρώτα φύλλα). Η σάτιρα των άρθρων του στρεφόταν κατά πάντων, ακόμη και ισχυρών κοινωνικών και πολιτικών παραγόντων. Ενδεικτική είναι η δίωξη που υπέστη ο Σουρής το 1897 με αφορμή σατιρικούς του προσώπου της βασίλισσας Όλγας στίχους του. Το 1886 παρασημοφορήθηκε από τον Χαρίλαο Τρικούπη και το 1906 προτάθηκε από τη Βουλή των Ελλήνων για το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας. Το 1915 τιμήθηκε με το βασιλικό μετάλλιο των Γραμμάτων και των Τεχνών. Παράλληλα έγραφε έμμετρα θεατρικά έργα, κάποια από τα οποία (π.χ η Χειραφέτησις, η Περιφέρεια…) παραστάθηκαν με επιτυχία και πραγματοποίησε μια έμμετρη μετάφραση της κωμωδίας του Αριστοφάνη Νεφέλαι, η οποία ανέβηκε στο Δημοτικό Θέατρο Αθηνών και στην Αίγυπτο με δική του σκηνοθεσία. Στο τεράστιο σε όγκο έργο του περιλαμβάνονται επίσης άρθρα και δημοσιεύματα στα Ημερολόγια του Ρωμηού. Ο Γεώργιος Σουρής υπήρξε πολύ δημοφιλής στο πλατύ κοινό, λόγω του ευφυούς ευθυμογραφικού περιεχομένου των κειμένων του και της γλώσσας του, που είναι μείγμα δημοτικής με τύπους της καθαρεύουσας. Η κριτική, σύγχρονή του και μεταγενέστερη διχάστηκε σε αμφισβητίες (όπως οι Παλαμάς και Ψυχάρης) και υποστηρικτές του (όπως ο Ξενόπουλος και ο Μάρκος Αυγέρης).
Κάποια χαρακτηριστικά του έργου του: Το έργο του χαρακτηρίζεται από την ποιητική του γονιμότητα και την πληθώρα των στίχων του. Γράφει πάντα καλοπροαίρετα σχολιάζοντας το λαό, τους άρχοντες, τους Βασιλείς, χωρίς ωστόσο να βρίζει. Συχνά αυτοσαρκάζεται και έξοχο δείγμα αυτοσαρκασμού είναι το ποίημα «Η Ζωγραφιά μου». Η γλώσσα του είναι μικτή. Χρησιμοποιεί πολύ τη δημοτική, αλλά συχνά στα ποιήματά του υπάρχουν αρκετές λόγιες λέξεις και φράσεις, για λόγους είτε μετρικούς είτε σατιρικούς.
Απόσπασμα από το έργο του:
Κακά νομίζω τα καλά
και βλέπω μια στα χαμηλά
και μια κοιτώ απάνω...
Σ' αυτόν τον κόσμο τον χαζό
ας ημπορούσα να μη ζω,
μα... δίχως ν' αποθάνω
Δεν έχω κέφι για δουλειά,
πάλι με δέρνει τεμπελιά
και κάθομαι στο στρώμα...
βρίσκω το σώμα μου βαρύ
και όλ' η γη δε με χωρεί
κι ο ουρανός ακόμα.
Τεμπελιά, Σουρής